Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2020

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΕΒΑΣΤΕΙΣ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΠΟΥ ΣΟΥ ’ΣΤΕΙΛΑΝ ΟΙ ΝΑΥΑΓΟΙ

 Τ’ άστρα βροντάνε στο μέτωπό σου  Τ’ άλογα χάνονται μέσα στη γη

Τα όνειρα βαστάνε το σφυγμό σου   Τα βήματά σου διώχνουν τη σιωπή

 

Πύργοι γεννιούνται στην ανατολή  

Πρέπει να σεβαστείς το  μυστικό   Που σου ’στειλαν οι ναυαγοί

Μεσ’ απ’ το πράσινο νερό

 

Δε ζήτησα να σ’ εμποδίσω. Το μαγικό παλάτι

Ήταν φτωχή παρηγοριά. Δεν τόλμησα να σου μιλήσω

Ήταν γραφτό ν’ ακολουθήσεις την αντίθετη γραμμή

Κι εγώ να μείνω με τις αναμνήσεις. Άνδρας μες στο παιδί

Μεγάλωσες ωρίμασες και χάθηκες. Υπομονή.

Την όχθη που παράτησες κατέλαβε ο εχθρός

Σε λίγο θα περάσει γοργός τον ποταμό,

Ορμητικός και διάφανος σαν τη βροχή σαρώνει την άνοιξη μπροστά του

Τ’ άλογα καλπάζοντας περνάνε το κατώφλι σου και χάνονται στον ουρανό.

 

 

Ένας δικός μας χάθηκε κι ένας δικός τους άνθρωπος

Λείπει από καιρό. Τα μάτια του ξανάρχονται συχνά

Και λάμπουνε μες στον αντίμαχο καθρέφτη

Καθώς τα κόκκινα φανάρια των καραβιών

Αιχμάλωτα και σκεπασμένα διασχίζουνε το πέλαγος

 

Οι πόρτες κλείνοντας ξαφνικά ένα βράδυ    Μπορεί να μας χωρίσουν παντοτινά

Απ’ τους δικούς μας ν’ ακούγονται μόνον οι φωνές    Άδειες και μακρινές και τα κλειδιά    Να μη χωράνε πια στις κλειδαριές

Κι έτσι θα μένουν οι βασιλιάδες ακίνητοι και σκοτεινοί

Στα διπλανά δωμάτια με σπασμένα σπαθιά καθισμένοι

Οι θρόνοι τους γυμνοί, τ’ άλογα στα παχνιά δεμένα

Θα ονειρεύονται φεγγάρια και σπαθιά.

 

Τέτοιες στιγμές μη με ρωτάς για τις φωνές που ακούγονται συχνά τα βράδια

Μακρινές. Δε θέλω να τις ακούσω. Αυτά που λένε

Τρέμω μην αναγνωρίσω τα μυστικά μηνύματα των φίλων μου

Που νικημένοι σκορπισμένοι στην πεδιάδα

Κρυμμένοι στις πολιτείες αντικρίζουν το χαμό.

Μη με ρωτάς δεν ξέρω να μιλήσω, οι γειτονιές είναι μικρές

Οι γυναίκες φαρμακερές, η πολιτεία γεμάτη νεκρούς. 

Αφήστε με να ζήσω…  

 

[ΑΥΤΗ, ΑΝΟΙΞΗ 1944 Ο ΗΛΙΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΝΥΧΤΙΟΥ και ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ , τρία ποιήματα από τη συλλογή του Νάνου Βαλαωρίτη Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ 1947  από τη συγκεντρωτική έκδοση ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1 εκδόσεις ύψιλον1983 – από την πρώτη ενότητα αυτής της συλλογής που φέρει τον τίτλο ΗΛΙΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΟΥ ανθολογούνται παρακάτω και τα ποιήματα:

ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ,

ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ και ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ 1944

ΛΕΥΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ και από την ενότητα με τίτλο ΤΡΙΓΩΝΟ

ΕΚΕΙΝΟΙ και

ΤΟ ΣΠΙΤΙ]

 


ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ (από την ενότητα ΗΛΙΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΝΥΧΤΙΟΥ στη συλλογή του Νάνου Βαλαωρίτη Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ 1947)

Υπάρχουν φαίνεται πολλές κι αντίμαχες πληροφορίες για την υπόστασή μου

Οι ζωγράφοι με ζωγραφίζουν, οι τροβαδούροι με τραγουδάνε

Τα ραδιόφωνα με βρίζουν, οι σοφοί με παρακολουθούνε

Με θεόρατα τηλεσκόπια να βασανίζω τη νύχτα να οργώνω τ’ αστέρια

Και τα μικρά παιδιά με φαντάζονται με τη χρυσή μου πανοπλία

Να τριγυρίζω σιωπηλός τον κόσμο.

Μα έξω στους δρόμους ο λαός περιμένει τους αστρολόγους

Σ’ αυτούς έχει τυφλή εμπιστοσύνη, αυτοί θα αποφασίσουν αν υπάρχω

Αν αξίζει τον κόπο να γίνουν ετοιμασίες, αν πρέπει τελικά να ’ρθουν να με χτυπήσουν.

 

Όμως εγώ γι’ αυτούς που θα ’ρθουν να πολεμήσουν εδώ σ’ αυτές τις ακρογιαλιές

Εγώ γι’ αυτούς με τα καράβια και τις ασπίδες, έχω κι άλλες πολλές ατέλειωτες ακρογιαλιές

Για τον ανίκητο στρατό τους, έχω κι άλλες πλουσιότερες χώρες

Για τους μεγάλους στρατηγούς έχω κι άλλες πορείες μάχες κι ελιγμούς

Θα τους αφήσω να προχωρήσουν να νικήσουν φανταστικούς εχτρούς

Να μπούνε με τ’ άλογα  με τ’ άρματα και τα σπιρούνια στις βαθιές και βροχερές κοιλάδες να βυθιστούνε

Κι όταν αυτοί θα καταχτήσουν τις λίμνες θα συναντήσουν τα ποτάμια

Και τότε θα βγω να τους μιλήσω και τα τους πω πως έχω κι άλλα μεγαλύτερα και βαθύτερα ποτάμια κι ας δοκιμάσουν να τα περάσουν κι αυτά

Κι εσύ ένας αιχμάλωτος τους ονειρεύεσαι και τους θαυμάζεις

Φυλακισμένος στον κρυστάλλινο πύργο μου και λαχταράς να ’ρθουν και να σ’ ελευθερώσουν

Κι όταν θα βλέπεις να πλησιάζουν όταν θ’ ακούς από μακριά ή θα φαντάζεσαι τα βήματά τους

Θα γεννηθούνε μες την καρδιά σου κρίνοι και χελιδόνια.

Για σένανε έχω να δώσω μια συμβουλή: μην ελπίζεις. Ποτέ δεν θα φτάσουν κοντά σου

Καλύτερα να μελετήσεις βαθύτερα την ομορφιά μου κι ίσως αυτό να σε παρηγορήσει.

Εδώ σ’ αυτή τη χώρα ο χειμώνας είναι κι αυτός σαν εσένα ένας μεγάλος φυλακισμένος.

 

Όσο για κείνους που θα τολμήσουν να μπουν στις έρημες πολιτείες μου

Εκείνοι θα προχωράνε πάντοτε και θα βαθαίνουν στην άγνωστη χώρα

Κι εγώ θα τους γεμίζω βαθιές νοσταλγικές αναμνήσεις

Κι όσο θα προχωράνε  θα λιγοστεύω και θα πληθαίνω την απορία τους

Και θα αντικρίζουν πάντοτε καινούργιους πύργους γαλάζιους πυκνούς αστραφτερούς

Και θα ’χω πάντοτε γι’ αυτούς κι άλλες πολλές κι αλλεπάλληλες δυσκολίες

Πουλιά βροχές σεντόνια, παράθυρα καθρέφτες κι αλυσίδες.

 

Κι εσύ ένα φυλακισμένος θα στοχάζεσαι έναν αγώνα παντοτινό

Θα γεννιέσαι θα μεγαλώνεις και θα πεθαίνεις μελαγχολικός

Κι ανάμεσα σε σένα και σ’ αυτούς που αιώνια θα πλησιάζουν

Όρθιος κι αδυσώπητος, ακίνητος και σκοτεινός θα στέκομαι Εγώ.

 

ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ και ΚΑΤΑΧΤΗΤΕΣ

Προσπάθησα να σου δώσω να καταλάβεις χωρίς να σου μιλήσω

Δεν έκρυψα στην καρδιά μου παρά εκείνα που ήταν γνωστά

Κι όμως μπροστά στον Ανακριτή έπρεπε να γίνει μια σιωπηλή συμφωνία

Ένα στεφάνι δάκρυα ένα σύνταγμα λουλουδιών

Κι εδώ αρνήθηκες επίμονα κι αδιάκοπα την καταγωγή σου

Το όνομα του πατέρα σου την τρυφερή κι ακούραστη στοργή της μητέρας σου

Και τότες δόθηκε η διαταγή να κλείσουν τα παράθυρα, να ξεσκονίσουν τις παλιές φωτογραφίες, να ετοιμάσουν το δωμάτιο

Γι’ αυτό θυμήθηκα κι εγώ τον τάφο που ’μεινε χρόνια αστόλιστος

Το χέρι και την καρδιά που έσμιξε το μαχαίρι, την ομίχλη που σύρθηκε σιωπηλά κι αναπάντεχα ανάμεσα σ’ εμένα ανάμεσα στη μνήμη

Κι ανάμεσα στους Αθηναίους όταν σχεδιάζανε τη μεγάλη τους εκστρατεία

Ήτανε βλέπεις δύσκολο

Οι τοίχοι πρέπει να κτίζονται ν’ απλώνονται ένα γύρο κι ύστερα να γκρεμίζονται σαν έρθει καιρός

Κι έρχονται σκοτεινές βροχές ρημάζουν τ’ αμπέλια κι η θάλασσα μάχεται με τα νησιά

Κι αν θελήσουν τότες να ξεμπαρκάρουν οι καταχτητές ποιος θα τους εμποδίσει;

 

Τάχατες λέγαμε θα τους χτυπήσουμε στις πρώτες ακρογιαλιές

Τάχατες λέγαμε θα τους υποδεχτούμε με το μαχαίρι στα δόντια

Τάχατες λέγαμε θα φοβηθούνε τα καμπαναριά

Τάχατες λέγαμε θα τραβηχτούνε στα βουνά

Κι άλλα πολλά που λησμονήθηκαν

Προδοσίες ημερομηνίες ταπεινές χειρονομίες

ΑΔΑΚΟΠΗ ΣΚΛΑΒΙΑ, σκλαβιά σκλαβιά, σκλαβιά σκαλοπάτια, σκαλιά κεριά μονοπάτια κεριά

[από τη συλλογή του Νάνου Βαλαωρίτη Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ 1947]

 

ΛΕΥΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ (από την ενότητα ΗΛΙΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΝΥΧΤΙΟΥ στη συλλογή του Νάνου Βαλαωρίτη Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ 1947)

Μου υποσχέθηκαν μια  βαθύτερη χώρα, ένα βασίλειο

Βυθισμένο  μέσα στα χρόνια· μια παγερή αταραξία

Τ’ όνομα λησμονημένο μέσα στα δάχτυλα του Βοριά

Με παρασύρανε στις μάχες αλυσοδεμένο· μια

Παράξενη πυρκαγιά αναστατώνει τα όνειρά τους

Τ’ αστέρια τους οδηγούν και τους τυφλώνουν.

Κι όσο βαθαίνουμε στην άγνωστη χώρα

Αλλάζουν οι νύχτες χρώματα και τα πουλιά  φτερά

Κι αυτοί λιγοστεύουν ολοένα χάνονται άλλοι στις μάχες

Άλλοι στις πορείες κι άλλοι αυτοκτονούνε μυστικά

Μέσα στα δάση, πολλοί βυθίζονται στα πηγάδια

Και μερικοί γυρνούν απελπισμένοι στα παιδικά τους χρόνια

Γυρεύοντας ένα χαμένο πρόσωπο, μια νεκρή αγκαλιά

Ένα σβησμένο χαμόγελο ένα μέτωπο αποκρυσταλλωμένο

Μακρινές ομοβροντίες φωτίζουν τα χλωμά τους πρόσωπα

Εκείνοι αμέτρητοι σαν τα φύλλα, εμείς ελάχιστοι σα διαμάντια

Τις νύχτες μας κυκλώνουν τ’ απειλητικά τους όνειρα

Κι αιχμαλωτίζει την καρδιά μας το σκοτάδι

Αποδεκατισμένοι αντικρίζουμε κάθε πρωί

Τις πανοπλίες να λάμπουνε στην κορυφογραμμή.

 

«Ακόμα» ψιθυρίζουν,  «ακόμα  μερικά χιλιόμετρα

Ακόμα μερικές πεδιάδες, ακόμα μερικές θυσίες»

 

Μια μέρα φαίνεται με ζήτησε ο στρατός ναν του μιλήσω

Με κατέβασαν με το φορείο και μ’ έβαλαν να ενθαρρύνω

να ανυψώσω το ηθικό προτού ν’ αρχίσουν οι κρίσιμες επιχειρήσεις

Ηττημένοι – νικητές δεν ξέρω. Σας βεβαιώνω

Ένα μονάχα ξέρω και σίγουρο αυτό – πως γλιστράμε ολοένα

βαθύτερα μέσα στα χιονισμένα δόντια της σιωπής

Και τώρα που περάσαμε το φοβερό λαβύρινθο

Τώρα που χάθηκαν μες στα στενά οι άλλοι μισοί

Δεν απομένει ελπίδα να γυρίσουμε κανείς.

 

«Ακόμα λίγα βήματα» μου ψιθυρίζουνε

«Ακόμα λίγο και θα δεις τη θρυλική τους πολιτεία

Τα κάτασπρα βουνά το θησαυρό να πλημμυριζει

Την ανάστατη καρδιά

Τα χαλίκια τα κοντάρια τα πουλιά»

 

Απόμακρη τώρα σαν όνειρο η φωνή

Σαν ποταμός που κύλησε η ζωή μας

Σαν άστρο που το κυνηγάει η αυγή

Πρέπει να συνεχίσω την ατέλειωτη πορεία μου

Προς τον απόρθητο Νοτιά. Το πλήθος μου η μοναξιά

Κι απλώνεται μπροστά μου αναρίθμητη και αστρονομική

-         Η αγωνία μου

 

ΕΚΕΙΝΟΙ (από την ενότητα ΤΡΙΓΩΝΟ στη συλλογή του Νάνου Βαλαωρίτη Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ 1947)

Επάνω στα έρημα καμπαναριά εκείνοι ξαγρυπνούν

Στους φάρους στους κάβους εμείς, εκείνοι στα χαμηλά νησιά

Εμείς με το σπαθί στο χέρι, εκείνοι μέσα στο χιόνι βυθισμένοι

Με τα βουνά μια σπιθαμή κοντά τους, δεν τους ακούσαμε

Όταν γεννήθηκαν ήταν καμπάνες που μας χτυπούσαν τα όνειρα

Όταν μεγάλωσαν ήταν οι συννεφιές και τα βουνά μας πολεμούσαν

Εκείνοι ωραίοι και δυνατοί, εμείς εδώ στα σύνορα

Ανάμεσα στις δυο ζωές ταξίδια δεν χωρούσαν

Και τρικυμίες και γράμματα που στείλαμε

Ποτέ δεν απαντούσαν· αυτοί εδώ κι εμείς εκεί

Οι κόσμοι μας γειτονικοί δεν επικοινωνούσαν

 

ΤΟ ΣΠΙΤΙ

Το σπίτι αυτό εμείς το χτίσαμε, άλλοι θα κατοικήσουν

Άλλοι θ’ ανέβουν τα σκαλιά να στρώσουν τα κρεβάτια

Άλλοι θ’ ανάψουν τα κεριά στα βορινά δωμάτια

Ποιες δυσκολίες ποια δάχτυλα ποια μάτια

Και από μας ποιος θα τολμήσει να μιλήσει

Με τα πρόσωπα που ζούνε αποκλεισμένα

Πίσω από χιλιάδες πόρτες, παράθυρα και κάστρα

Που τα χτυπάν οι θάλασσες τα όνειρα και τ’ άστρα.

 

Το σπίτι αυτό εμείς το χτίσαμε, άλλος θα κατοικήσει.

[από τη συλλογή του Νάνου Βαλαωρίτη Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ 1947]

 

ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΑΙ ΦΤΟΥ ΚΙ Απ’ ΤΗΝ ΑΡΧΗ…

Τα ίδια πράματα τα ίδια λόγια οι ίδιοι δρόμοι οι ίδιοι άνθρωποι οι ίδιες φάτσες οι ίδιοι χρόνοι – δεν αλλάζουν με κανένα τρόπο. Το ίδιο τροπάρι –τα ίδια λόγια, τα ίδια χρώματα τα ίδια πατώματα και αυτοί που τα πατάνε οι ίδιοι. Τα ίδια καθίσματα τα ίδια τραπέζια – και όπου κάθονται, τα ίδια πίνουν – τα ίδια λένε και τα ίδια γράφουνε και ξαναγράφουνε και για ν’ αλλάξουν λιγάκι πάλι, στα ίδια και τα ίδια και τα ίδια συζητάνε και τα ίδια θέματα τα ξανασυζητάνε – και στα ίδια μέρη διαφωνούνε και στα ίδια συμφωνούν – κι αλίμονο το ίδιο πλοίο παίρνουν και από τον ίδιο φάρο πλέουν και στο ίδιο λιμάνι φτάνουν..Στην ίδια γη ζεσταίνονται στον ίδιο ήλιο στο ίδιο σύστημα το ηλιακό του ίδιου κόσμου –του επιμέρους- μέσα στο ίδιο σύμπαν απάνω στην ίδια τροχιά του και με την ίδια πάντοτε αυξανόμενη ταχύτητα, ίδιο τέλος της αρχής, της ίδιας πάντοτε αρχής το τέλος, το ίδιο ιδιαίτερο, το ιδιαίστατο, το ανάλλαχτο – κι ανάμεσα πάλι τα ίδια, οι ίδιες σαχλαμάρες κι οι ίδιες εξυπνάδες, οι ίδιες επιτυχίες και αποτυχίες τα ίδια παράπονα, τα ίδια πηγαινέλα – τα πινέλα, τα μπουγέλα κι οι ίδιοι παράφρονες οι άσωτοι και οι άφρονες τα ίδια καταχθόνια πράγματα και τα ίδια και τα ίδια και τα ίδια και τα ίδια και τα ίδια… (επιλογές στίχων από ποιητικές συλλογές του Νάνου Βαλαωρίτη, που αύριο, καβάλα σε μια Ωκεανίδα, θα βγούνε Ποιήματα έτοιμα στις δενδροφυτεμένες μεριές της οικουμένης. Γιατί, όταν φανεί πια η θάλασσα, τίποτα δεν μας εμποδίζει να βεβαιωθούμε αν είναι πραγματική, τη νυχτα που το πέλαγος ροχαλίζει σαν άνθρωπος που βλέπει εφιάλτες)

φωτογραφία του ποιητής από ΦΩΤΟΔΕΝΔΡΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Α ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΧΑΪΔΕΥΕΙΣ ΤΟ ΧΕΡΙ ΠΟΥ ΣΕ ΧΑΪΔΕΥΕΙ…

  (…και να κρατάς τον αέρα του, για να τον διαθέσεις στο μέλλον…) … σαν μέλλον ο κρυφός ο κήπος με τα οπωροφόρα, το φιλί που αγριεύεται κ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ